You are currently browsing the category archive for the ‘Το Τέλος’ category.

*Η μετάφραση του ποιήματος είναι του ιστολόγου. Αυτή η ανάρτηση έγινε αρχικά τον Ιούλιο του 2011 χωρίς πολλά σχόλια με έμφαση στο ποίημα και το καθρέφτισμα του Ουίτμαν με έναν άλλο “δικό μας” εθνικό ποιητή τον Διονύσιο. Κάπου στο 2014 θέλησα να την ξαναγράψω και τελικά δεν τα κατάφερα με αποτέλεσμα να την αποσύρω. Σήμερα πρώτη μέρα του 2019, ξύπνησα κάπου γύρω στις 6:00 το πρωί με το πρώτο φως και θέλησα να την ξαναπιάσω. Η πρώτη εκδοχή, λιγότερο επεξηγηματική, ίσως ήταν καλύτερη… 

Supermarket in California

Σε σκέφτομαι απόψε Walt Whitman!

Σε σκέφτομαι γιατί περπατώ στα δρομάκια κάτω από τα δέντρα, με πονοκέφαλο, με μάτια ορθάνοιχτα, κοιτώντας την πανσέληνο.

Χωμένος στην πεινασμένη κούραση μου, μπήκα στο φωτισμένο με νέον σουπερμάρκετ φρούτων για να ψωνίσω εικόνες,

αναπολώντας τους μακροσκελείς καταλόγους των ποιημάτων σου!

Ροδάκινα! Και μισοσκόταδα! Ολόκληρες οικογένειες να ψωνίζουν μές στην νύχτα!

Ουρές γεμάτες συζύγους! Οι Γυναίκες στα αβοκάντο! Τα μωρά στις ντομάτες!

[και συ Γκαρθία Λόρκα τι γυρεύεις εκεί κάτω στα καρπούζια; ]

Σε είδα Walt Whitman, χωρίς παιδιά, μόνο, γεροκλέφτη να σκουντάς ανάμεσα στα κατεψυγμένα κρέατα, να κρυφοκοιτάς τα αγόρια του μανάβικου.

Σε άκουσα να τα ρωτάς ένα-ένα:

Ποιός σκότωσε τα χοιρινά παϊδάκια;

Μπανάνες… Πόσο;

Είσαι ο άγγελος μου;

Περιπλανιόμουν μέσα-έξω στις γυαλιστερές στοίβες από κονσέρβες ακολουθώντας σε, ακολουθούμενος μέσα στο μυαλό μου, από τον σεκιουριτά του καταστήματος.

Δρασκελίσαμε παρέα, κατηφορίζοντας τους διάπλατους διαδρόμους, με τα κεφάλια μας αγκινάρες μοναχικές, σε γεύσεις ευφάνταστες, αποκτώντας κάθε κατεψυγμένη νοστιμιά χωρίς να περάσουμε ποτέ από το ταμείο.

Που πηγαίνουμε Walt Whitman;
Οι πόρτες κλείνουν σε μια ώρα.

Ποιο δρόμο δείχνει απόψε η γενειάδα σου;
(Χαϊδεύω το βιβλίο σου, ονειρεύομαι την οδύσσεια μας στο σουπερμάρκετ κι αισθάνομαι παράλογος)

Θα περπατήσουμε έτσι όλη νύχτα;

Σε δρόμους μοναχικούς;

Τα δέντρα προσθέτουν στις σκιές σκιές, τα φώτα  στα σπίτια σβήνουν, θα μείνουμε μονάχοι!

Θα συνεχίσουμε να παραπλανιόμαστε αναζητώντας την χαμένη Αμερική της Αγάπης;

Προσπερνώντας μπλε αμάξια στις λεωφόρους, μέχρι να φτάσουμε σπίτι, στη σιωπηλή μας καλύβα;

Αχ, αγαπημένε πατέρα, γκριζότριχε, μοναχικέ γερο-δάσκαλε του κουράγιου, ποιάν Αμερική είχες στον νου όταν ο Χάροντας άφησε το κουπί

και κατέβηκες στην καπνισμένη ακτή

και έμεινες να βλέπεις την βάρκα

να απομακρύνεται

να χάνεται στα μαύρα νερά της Λήθης;

Allen Ginsberg 1956

Read the rest of this entry »

Είδα προ καιρού αυτό το βίντεο και στάθηκα. Δεν ήξερα γιατί. Κατάλαβα όταν τελικά άρχισα να γράφω.

α) Jacques Tati 
O Jacques Tati είναι ο παιδικός ήρωας που δεν είχα. Ο ευγενέστερος των άτσαλων ποιητών, ο βέλτιστος των καπνιστών πίπας, ο αστειότερος των σοβαρών ανθρώπων. Τον βλέπω. Απελευθερωτής του “Λόγου” από τις λέξεις. Mόνος. Κανένας άλλος δεν φόρεσε καπαρντίνα μετά από αυτόν και κανείς δεν έκανε καλύτερα ποδήλατο. Φιλοσοφεί απευθυνόμενος σε ολόκληρο τον άνθρωπο, λέγοντας ιστορίες. Είναι ο ντροπαλός φιλόσοφος. Είναι αυτός που αποκάλυψε τις κάλτσες του. Ηττημένος χωρίς να το επιδιώξει. Έντιμος μέχρι σπαραγμού. Ο Jacques Tati. Ο άνθρωπος που έφτιαχνε κινηματογραφικές ταινίες.

Τα πράγματα στις ταινίες του είναι ολόκληρα κι έτσι μοναδικά. Όλα είναι ευρύχωρα, ο χρόνος, ο ήχος, η εικόνα, οι ιστορίες, οι τόποι που συνθέτει. Ακόμα κι όταν όλα καταστρέφονται υπάρχει χρόνος. Όλοι έχουν μια θέση, γελοίοι, μισοί, επηρμένοι, ικανοί κι ανίκανοι, νικητές και ηττημένοι. Υπάρχει χώρος και για τους ασήμαντους και για τους κακούς. Και για τα ζώα και για τα πράγματα. Όλα έχουν φωνή. Η ερμηνεία του έχει, επίσης, μια αισθηματική και διανοητική ετοιμότητα που δεν γίνεται εξυπνάδα ή συναισθηματική εκτόνωση, μόνον χρησιμεύει για να κατανοήσει την ζωή των άλλων και την δική του. Όλα αυτά με μια λεπτή και αδιάλειπτη αποστασιοποίηση. Βλέπει από μακριά την Ιστορία σαν κίνηση παράφορη που ενώνει χωρίς να ομογενοποιεί.

Η σπαρακτική έλλειψη νοήματος στην ζωή και την Ιστορία δεν παραβλέπεται. Ούτε γίνεται βία κι απόγνωση. Αντιθέτως γίνεται γνώση, δηλαδή κατανόηση, δηλαδή άρνηση της “κατηγορίας”, δηλαδή άρνηση κάθε σχήματος που εξηγεί με απλουστευτικούς όρους, τα πράγματα, τα γεγονότα, τις ζωές. Ασκεί κριτική, δείχνει ανθρώπους, φορείς, και της αδικίας και της καταστροφικής ανοησίας αλλά ποτέ δεν κλείνει το κάδρο γύρω τους, δεν επικεντρώνει σε αυτούς, είναι μέρος ενός ευρύτερου συνόλου, μιας ιστορίας μεγαλύτερης από την Ιστορία, της ταινίας και του κόσμου. Το κακό μένει ανεξήγητο. Δεν υπάρχουν “φταίχτες” στους κόσμους που κατασκευάζει. Ναι, υπάρχει διάκριση στο έργο αυτού του ανθρώπου που δεν αποκλείει την καταστροφή και την αποτυχία. Υπάρχει αγάπη για την γη, ουράνια, φτιαγμένη εξ’ ολοκλήρου από χώμα.

Ο Jacques Tati, όμως, είναι η αφορμή, άλλο είναι το θέμα μας…

β) Η Μπάλα-Ο Τερματοφύλακας-Το Τέρμα
Λοιπόν; Τι είναι μια μπάλα; Η Μπάλα δεν είναι ένα πράγμα. Η μπάλα είναι η ελάχιστη μορφή. Ένα “διογκωμένο” σημείο. Η μπάλα είναι ένας χώρος κλεισμένος στον εαυτό του, μια ταυτολογία, μια κατασκευή χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς γωνίες, χωρίς σχήμα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μέσα στην μπάλα βρίσκεται ένα κομμάτι σκοταδιού. Και το σκοτάδι αυτό μένει πάντοτε ακίνητο. Όσο κι αν η μπάλα μετακινείται.

Γύρω της τοποθετούμαστε. Άλλος κοντά, άλλος μακριά, άλλος αμυντικά άλλος επιθετικά. Άλλος με πεποίθηση, άλλος ξέπνοα. Είμαστε παίκτες, θεατές, οπαδοί ή τελείως αδιάφοροι. Το πλέγμα αυτών των σχέσεων και τα κενά που εμφανίζει, ορίζει αυτό που ονομάζουμε “χώρο”.

Η μπάλα παραμένει χωρίς χαρακτηριστικά, δηλαδή αόριστη κι έτσι μπορεί να γίνει τόπος προβολής κάθε επιθυμίας. Μ’αυτόν τον τρόπο επιτρέπει ενώ διαφέρουμε να επιθυμούμε κάτι μαζί. Η μπάλα με την απολύτως συγκεκριμένη αοριστία της μας επιτρέπει να συνυπάρχουμε, να συναντηθούμε στο ίδιο σημείο.

Ο άνθρωπος χτίζεται και αντλεί την ζωή του από την επιθυμία δηλαδή από την ατέλεια, την απουσία και την έλλειψη. Η ανακάλυψη του “τραγικού” είναι ακριβώς συντονισμένη με αυτήν την γνώση και περιέχει τον θρήνο του ανθρώπινου απέναντι στο ανέφικτο, του καλού του ωραίου και του αληθινού. Είναι σκληρό αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος να είναι ελεύθερος ο άνθρωπος παρεκτός αν το αντικείμενο των επιθυμιών του παραμένει απών ή έστω έρχεται και φεύγει συνέχεια σε συχνότητα τέτοια που αν το δει κανείς από μακριά να μοιάζει πως και είναι εδώ και δεν είναι. Αυτός είναι ο ρυθμός όλων των πραγμάτων, της ύλης και της ενέργειας. Αυτόν τον ρυθμό εκδηλώνει η κυκλική εναλλαγή των εποχών, των καθημερινών γευμάτων και η παλινδρομική διείσδυση της σεξουαλικής πράξης όπως επίσης σε αυτόν τον ανεκπλήρωτο ερχομό αναφέρεται η σπαρακτική και τρυφερή, σχεδόν αστεία, Πορεία προς Εμμαούς.

Κάποιες φορές αυτό το βάσανο μας εξωθεί σε εύκολες λύσεις και αφηνόμαστε σε μια φτωχή εκδοχή της απουσίας ή της παρουσίας, χωρίς αίνιγμα.
Οι επιπτώσεις είναι δεινές και πολλαπλές. Για παράδειγμα τότε δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ του πνεύματος και του γράμματος του νόμου και κυριαρχεί η απώθηση, η σκληρότητα και η τυφλότητα. Τότε αφανίζεται η ανάγκη και η δυνατότητα για ερμηνεία και αγκαλιάζουμε το “sola scriptura” που θαρραλέα πλην απελπισμένα πρότεινε ο προτεσταντικός κόσμος. Τότε τα πράγματα είναι επίπεδα, οι άνθρωποι είτε καλοί είτε κακοί και η γλώσσα νεκρή επειδή είναι παντοδύναμη. Τότε ένας ναρκισσιστικός μηδενισμός απλώνεται γύρω μας επαιρόμενος για το θάρρος του. Τότε τα πράγματα δεν οδηγούν πουθενά, αλλού, δε μας αποκαλύπτουν μόνο μας καθρεφτίζουν. Τότε είμαστε φυλακισμένοι στα φαινόμενα.
Τότε, χαρακτηριστικά, ζητάμε μια λύση αμέσως στα προβλήματα μας ενώ δεν τα έχουμε κατανοήσει. Η κατανόηση όμως απαιτεί χρόνο και από μας κι από τα πράγματα, δεν έρχεται όσο κι αν πεισμώνουμε, ακόμα κι αν πεθαίνουμε θα απαιτήσει χρόνους που πιθανώς μας ξεπερνούν.

Θέλουμε να ελευθερωθούμε από την βάσανο της ερώτησης, του πόθου, της υπομονής απέναντι στο ανέφικτο της Ιστορίας. Πως μπορεί αυτό το σχήμα να μείνει ανοικτό; Αντιφατικό και περιεκτικό; Η μπάλα είναι ένας τρόπος να εντοπίσουμε το κενό, την έλλειψη, την απορία. Κάτι που μοιάζει επαρκώς με το τίποτα ώστε να μπορεί να αποκαλύψει τόσο την παρουσία όσο και την απουσία. Στην παρούσα απουσία καθρεπτίζεται και ενεργοποιείται η επιθυμία κι όπως κινείται αρχίζει να “υπάρχει” και να οργανώνεται. Γι’ αυτό το θαύμα μιλούν όσοι γεύτηκαν την επήρεια της γραφής που μοιάζει να μιλά πέρα από αυτόν που γράφει. Γι’ αυτό όταν κινούμαστε να μιλήσουμε σε κάποιον άλλο, συχνά δεν ξέρουμε τι ακριβώς θα πούμε και μιλώντας φωτιζόμαστε και μας ακούμε κι ο Λόγος μας συντάσσεται και αποκτά δομές, ουσία γεωμετρίες σχέσεις.
Ο πόθος του εραστή, το ερώτημα του στοχαστή, η προσευχή του ασκητή και η λαχτάρα του καταναλωτή, όλα, κινούνται προς το σημείο μιας εντοπισμένης έλλειψης. Μιας έλλειψης που έχουμε ονομάσει. Έτσι, γύρω από την έλλειψη και το κενό, χτίζονται όλα τα πράγματα.

Η μπάλα, λοιπόν, δεν μαγεύει αδίκως τα πλήθη. Η σημασία της βαθαίνει και η γοητεία της εντείνεται από το γεγονός πως αυτήν τη λειτουργία την επιτελούν κι άλλες έννοιες, λέξεις, αντικείμενα, αξίες, σύμβολα. Αυτά βρίσκονται παντού και συνθέτουν την κοινότητα μας επειδή ακριβώς μένουν ανοικτά και ενδεχόμενα, σαν καθρέφτες, σε αναμονή του νοήματος που θα τους δώσουμε. Η μπάλα όμως είναι παιχνίδι.
Είναι περιορισμένη σε έναν χώρο κι έτσι δεν κινδυνεύει κανένας και τίποτα από την ασάφεια της. Μπορεί να παραμείνει σε μια περιοχή όπου οι ηθικές κατηγορίες δεν επαρκούν, κι εμείς να την κυνηγάμε. Χωρίς να χρειάζεται να ομολογήσουμε πως τρέχουμε τον πιο σοβαρό αγώνα της ζωής μας. Όπως όταν παίζουμε “πόλεμο” μικροί, δίχως να πεθαίνουμε. Γι’αυτό καθησυχάζει και παρηγορεί. Έτσι θεραπεύει και καλλιεργεί, την επιθυμία. Ακόμα κι αν όλα χαθούν δεν έχουμε ανάγκη τίποτα για να έχουμε κάτι.

Κι ο τερματοφύλακας;

Περιμένει. Μόνος. Το ερχόμενο. Εξαγριωμένος από την αναμονή, δέσμιος της αγωνίας, του αγώνα δηλαδή που έγινε κατάσταση του πνεύματος. Η “ζωή” είναι αλλού. Κάθεται και την βλέπει, μακριά από τις γιορτές και τις μάχες, έξω από τις ακολουθίες των γεγονότων, τις πάσες, τις ανταλλαγές, τις συζητήσεις.
Αυτός είναι ο φύλακας. Παραστέκει το αμετάκλητο. Μόνον αυτό αποτελεί ευθύνη του. Όλα τα άλλα θα ξεχαστούν. Τα γκολ θα μείνουν. Ο Τερματοφύλακας έχει το βλέμμα του στραμμένο στην Ιστορία. Στην ποδοσφαιρική αιωνιότητα. Στην πιο απόλυτη πραγματικότητα. Σε αυτό που κρίνει τον αγώνα. Στην τελική κρίση. Δηλαδή αυτός μόνον ασχολείται με την Κρίση καταπρόσωπο, αυτός που πενθεί την αχρηστία του και βαριέται πλάι στην πύλη του Τέρματος, ενώ οι γιορτές και οι μάχες μαίνονται και ανάβουν φωτίζοντας τα πλήθη και τα παιχνίδια της Ιστορίας.
Βρίσκεται μακριά από τους θριάμβους, όσο πιο μακριά γίνεται από τις νικηφόρες στιγμές, αγκαλιασμένος με την ήττα. Μόνον την ήττα πραγματεύεται. Γιατί δεν κυνηγά κι αυτός τα γκολ; Είναι αδικημένος; Έχει κατάθλιψη; Δεν είναι ελεύθερος; Μήπως αυτός είναι ελεύθερος; Γιατί “παίζει” έτσι; Δε θα δημιουργήσει ποτέ κάτι. Δεν θα δώσει ποτέ μια “Νίκη”. Μόνον θα αποτρέπει ήττες.
Αυτός που δίνει νόημα σε όσα καινούρια έρχονται επειδή τους αντιστέκεται. Αυτός που εμποδίζει την εμφάνιση των γκολ. Αυτός. Είναι εχθρός τους; Και γιατί έχει το δικαίωμα να αγγίξει, με τα χέρια του, την μπάλα; Και γιατί επιμένει σε ένα σημείο όταν όλοι ποθούν ταξίδια κι αποδράσεις; Τον ενδιαφέρει ο Τόπος αλήθεια; Γιατί ζει, τον αγώνα, με το βλέμμα; Αντί να τρέχει, να ιδρώνει, να χαίρεται όλη αυτήν την σωματικότητα; Γιατί δεν καταναλώνει τις διαδρομές να μη βαριέται; Τον δένει κάτι; Το διάλεξε ο ίδιος; Καταλαβαίνει πόσο σημαντικός είναι; Και πόσο ανόητος;

Ο Τερματοφύλακας παραστέκει, και είναι, το τέλος και η αρχή κάθε διαδρομής. Είναι πολύ κοντά στο τέλος και η αγωνία του έχει κάτι από την αγωνία του τέλους. Του τέλους της ζωής, της αλήθειας, του αμετάκλητου. Ο άνθρωπος του Τέλους, ο Τελευταίος. Εκεί ορίζονται τα πράγματα κι εκεί συντρίβονται. Στο Τέρμα.
Όμως για κάτσε…
Το Τέρμα; Τι είναι το Τέρμα;

Αφού είναι τόσο σημαντικό γιατί του έχει γυρίσει την πλάτη; Αυτό το τέρμα γιατί το φυλάει αλήθεια; Δεν είναι όμορφο, δεν έχει κάτι πολύτιμο ή ενδιαφέρον, δεν έχει τίποτα! Αν τον άφηναν μαζί με το Τέρμα, αφού τόσο το αγαπάει, τι θα έκανε; Το Τέρμα πρέπει μάλλον να μείνει κενό. Πρέπει να υπάρχει πάντα κενό κάπου, δηλαδή μια ερώτηση, δηλαδή η επιθυμία, δηλαδή κάτι αφόρητο, αποτρόπαιο, αιώνιο. Κάτι που συντρίβει και ο αγώνας να το αποκτήσεις σε βοηθά όσο τίποτα να το ξεχάσεις, να πάρεις μιαν ανάσα.
Κι αυτό το κενό κοστίζει. Μέρες και νύχτες. Αβέβαιες διαδρομές και μεγάλες σιωπές. Απέναντι σε όσους θέλουν επειγόντως απαντήσεις. Τεράστια μοναξιά.

Το Τέρμα είναι φτιαχτό. Είναι μια κατασκευή. Κι αυτό δεν το καθιστά ψέμα. Οι κατασκευές είναι συνθέσεις των πραγμάτων που επειδή δεν μπορούμε να τα ακυρώσουμε τα λέμε αλήθειες. Μόνο μια κατασκευή μπορεί να στεγάσει του κόσμου τις ετερόκλητες αλήθειες που ποθούμε, που είμαστε, που θεριεύουν αν τις αγνοήσουμε, που σβήνουν όταν γίνονται απόλυτες. Τις αλήθειες που αναγνωρίζουμε και δεν ενώνονται αυτόματα, όπως η δικαιοσύνη με την συγχώρεση και την καλοσύνη, το Παρόν με το Παρελθόν και το Μέλλον, η προσωπική ζωή με αυτήν του συνόλου, η αναγνώριση του Ιερού μαζί με την ανάγκη για το ανούσιο, η δίψα για την τελειότητα μαζί με την ανεπάρκεια την δική μας και του κόσμου, η ασυνέχεια των πραγμάτων με την συνέχεια και την ροή, η απαραίτητη μνήμη του θανάτου με την απαραίτητη λήθη του, η δίψα για το παρόν με την νοσταλγία για όσα βρίσκονται έξω από τον χρόνο… και τόσα άλλα. Πράγματα που χαρακτηρίζουν τον Πολιτισμό, πράγματα κατά μίαν έννοια “αφύσικα” που ενώνονται στον ίδιο τον άνθρωπο, ενεργά και ενσυνείδητα. Μόνο μια κατασκευή μπορεί, να δημιουργήσει τις αντιφάσεις που θα μας επιτρέψουν να ζήσουμε.

Και τι αλήθεια δεν είναι κατασκευή; Οι ερωτικές ιστορίες; Τα κράτη; Οι ιδεολογίες; Τα έθνη; Οι αξίες; Η έννοια π.χ. της ανθρωπότητας; Ή οι θρησκείες; Στο μέτρο που είναι κατασκευές είναι αφ’ ενός σημάδια της ανθρώπινης ελευθερίας, αφ’ ετέρου εκδηλώσεις όσων στοιχειώνουν το ανθρώπινο, το ξεπερνούν, το διαπερνούν. Εν τέλει μια κατασκευή είναι τόπος φανέρωσης πραγμάτων που εκδηλώνονται στην ζωή και στο σώμα μας χωρίς να είναι δικά μας, είναι φωνές που μας ξεπερνούν, πράγματα πέρα από εμάς που εκκρεμούν.

Τώρα μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στο τέρμα. Διότι και το τέρμα επιδιώκει να εκφράσει κάτι που καμία διατύπωση δεν εξαντλεί. Προσπαθεί να απεικονίσει το αόρατο. Είναι φτιαγμένο από το ίδιο υλικό με την μπάλα. Είναι ελεύθερο από τον εαυτό του, από κάθε αναπαράσταση του εαυτού του. Είναι το όριο, το τέρμα, το Τέλος, και είναι αποτρόπαιο. Γι’αυτό το στήνουμε, για να ελαφρώσουμε τον τρόμο που προκαλεί και να παίξουμε μαζί του. Γι’αυτό ο Τερματοφύλακας μπορεί και δεν το κοιτά ποτέ. Του έχει γυρισμένη την πλάτη. Μπαίνει αδιάφορα μέσα. Ξαναβγαίνει. Είναι εκεί και δεν είναι.

γ) Οι αμίλητοι
Τις μέρες αυτές είναι πολλοί αυτοί που μένουν αμίλητοι. Τώρα που η αίσθηση του επείγοντος κυριαρχεί. Σε μια κρίση ευνοούνται όσοι έχουν απλουστευτικές, ισχυρές θέσεις που βρίσκουν “ποιος φταίει” ή πάλι θέσεις που υπόσχονται την “λύση” του προβλήματος, ερήμην του χρόνου και της υπομονής. Θέσεις δηλαδή που μειώνουν τον άνθρωπο. Οι μέρες αυτές δεν αγαπούν τις ερωτήσεις, βασανίζονται από την αμηχανία της ερώτησης. Δεν αντέχουν περισσότερη ευθραυστότητα.

Οι αμίλητοι βρίσκονται έξω από αυτό το κλίμα. Μόνοι μένουν και ύποπτοι τέτοιες εποχές. Δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. Οι ερωτήσεις τους είναι περιττές. Διαρκώς διαφωνούν με όσους συμφωνούν και συμφωνούν με όσους διαφωνούν. Και οι ίδιοι εξαντλούνται και αναθεματίζουν την μοναξιά τους. Είναι, όμως, οι φύλακες της ανθρωπότητας μας. Ασήμαντοι εργάζονται την σιωπή, την δίψα για αλήθεια, για κατανόηση και διαύγεια. Είναι αυτοί που φυλάσσουν την πολύτιμη αμηχανία του νου απέναντι στην Ιστορία. Είναι αυτοί που απενοχοποιούν την αδυναμία. Που την φωνάζουν και της δίνουν σάρκα.

Οι αμίλητοι πεινάνε δυστυχούν και επείγονται, αλλά επιμένουν, τα πράγματα να είναι ολόκληρα, δηλαδή να τα αγκαλιάσουμε όπως είναι, μισά. Μέχρι την τελευταία στιγμή επιμένουν να βλέπουν τον κόσμο σαν να έχουν μιαν αιωνιότητα μπροστά τους. Το αίνιγμα του παρόντος πάντα αναφέρεται στο αίνιγμα του παρελθόντος και του μέλλοντος. Καμμία επείγουσα συνθήκη δεν τους μετακινεί. Mόνον η κατανόηση. Η κατανόηση, όμως, δεν υπηρετεί την ισχύ αλλά το ανθρώπινο αίνιγμα.

Στέκονται μπροστά στον κόσμο. Και τον ρωτούν. Όταν πατούν το χώμα, ομολογούν πως δεν ξέρουν τι είναι. Είναι αλήθεια μπορετό να ζεις έτσι; Είναι όλος αυτός ο κόπος σωστός; Όλη αυτή η καταδίωξη του νου στο βάθος μιας ερήμου που κανείς δεν είδε; Μιας ερήμου που μοιάζει να γεννά από μόνο του το βλέμμα τους. Πώς να περπατήσεις από την μια άκρη του δωματίου στην άλλη; Πώς να μιλήσεις και να μην νομίζουν οι άνθρωποι πως μίλησες; Να μη σε παρεξηγήσουν δηλαδή. Τα πράγματα δεν έχουν μέγεθος οριστικό και οι λεπτομέρειες είναι πάντα επίφοβες και τεράστιες. Όταν αισθάνεσαι εφήμερος τα επείγοντα θέματα μοιάζουν κι αυτά έτοιμα να μικρύνουν, μοιάζουν ερείπια του μέλλοντος, ψέμματα του χτες και σκιές πράξεων που έχουν χαθεί από μπροστά μας.

Μιλώ για εκείνους που στοχάζονται και βλέπουν μ’ όλο τους το σώμα και η σκέψη τους δεν είναι συλλογισμοί και ευφυΐα αλλά αίσθηση του ανθρώπινου και σύνδεση. Για όσους δεν αποκρύπτουν την αντίφαση αλλά την αγκαλιάζουν. Για όσους δεν μικραίνουν τον κόσμο για να τον μιλήσουν. Για όσους δεν μικραίνουν τον κόσμο μιλώντας. Για όσους μένουν αμίλητοι. Και δεν θέτουν διλήμματα, δεν κάνουν προβολές για να αντέξουν την δυσμένεια των ημερών. Όσους αρνούνται τις απλουστεύσεις, και δεν ενδίδουν στον πειρασμό της κατηγορίας. Οι αμίλητοι, αυτοί, είναι που κρυφά γονιμοποιούν τον δημόσιο λόγο. Είναι γενναίοι επειδή ξέρουν να φοβούνται.

Η αμηχανία δεν είναι σφάλμα αλλά δυνατότητα. Μόνο ένα ψέμα μπορεί να μην είναι εύθραυστο και γι’ αυτό όλο νικά και θριαμβεύει κι όλο απειλείται και φοβάται. Χωρίς την ευθραυστότητα η φτώχεια δεν έχει όρια, η απελπισία γίνεται κατάσταση και η καταστροφή στόχος. Η αμηχανία, από την άλλη, γεννά χώρο και χρόνο. Χώρο που αφάνισαν οι στόχοι, οι αγώνες, οι συνήθειες, οι ιδιοτέλειες και οι επιθυμίες, που κατέλαβαν οι παραδόσεις και οι ιδεολογίες. Και χρόνο, να σκύψουμε σε πράγματα που αφήσαμε πίσω και μας λείπουν. Μόνον η αμηχανία πάει εκεί που οι άλλοι δεν τολμούν και νομίζουν την δειλία τους γενναιότητα.

Η αμηχανία είναι η πρέπουσα κατάσταση. Αλλά εδώ θέλει προσοχή… δεν μιλάμε για κάποιαν επιλογή της ήττας ή της αδυναμίας, του ηρωικού περιθωρίου ή του θυματοποιημένου ανίσχυρου. Μιλάμε για το ηθικό σθένος και την διαύγεια. Η αμηχανία δεν είναι στόχος αλλά σύμπτωμα. Αποτελεί εξαιρετικά δύσκολη θέση για την οποία πάντοτε λογοδοτείς και βάλλεσαι. Όταν σε ρωτάν: Εσύ ποιός είσαι; Και δεν έχεις απάντηση. Αν απαντήσεις μέσα στις κατηγορίες που σου ζητούν να μπεις τότε θα αρνηθείς πως ο κόσμος μας έχει αποτύχει, θα αρνηθείς το δικαίωμα να φανταστείς τον κόσμο ξανά, να έχεις φωνή, γι’ αυτό μένεις άφωνος κι έτσι κραυγάζεις πως ο κόσμος μας είναι φυλακισμένος στις φαντασιώσεις άλλων. Το παρόν απουσιάζει όταν προϋπάρχει.

Η αμηχανία είναι ένα ρήγμα στον κόσμο και δεν εκχωρεί ούτε αποδέχεται την θέση του θύτη ή του θύματος. Δεν συμμετέχει στην συγκάλυψη του προφανούς. Στον ιδιοτελή προσεταιρισμό της τραγωδίας. Αποτελεί προστασία από ολοκληρωτικές απαντήσεις, ηθικισμούς, συναισθηματισμούς, θυματοποιήσεις, δαιμονοποιήσεις. Δεν συμμαχεί με το ψέμα της εξήγησης. Είναι το θεμέλιο του Μέλλοντος. Η επιτροπή της συνάντησης. Το καταφύγιο της ερώτησης. Είναι διωγμός ατέλειωτος, διηνεκής, αγέννητος. Είναι η αναπνοή της σκέψης και το κατόρθωμα του νου. Η προέλευση του “πολυμήχανου” ανθρώπου. Το “δέος” του αρχαίου κόσμου.
Πηγή της ποίησης, της προσευχής, της φιλοσοφίας, μένει αυτή.
Η αδυναμία, η άγνοια, η ήττα, όπως την νομίζουν,
όσοι αναζητούν την δύναμη, την ισχύ και την ηγεμονία.
Χρειάζονται κι αυτοί.

Jacques Tati στην (Αγγλική) Wikipedia

άλλες σχετικές αναρτήσεις:

Walk around a telephone booth ή Αν υπάρχει κάτι άδειο σ’αυτό τον κόσμο.. / από τον Dokugyunyu..

Ο Bill Viola “The Reflecting Pool”

Αυτό που είμαι.. /Ce que je suis HOLDEN

I AM ROBOT/ από τον “Ken Tanaka” allias David Ury/ ROBOTS #2

κ.α.

 

Εύχομαι διαύγεια, χαρά, υγεία, όρεξη για ζωή!

Εύχομαι και παίρνει φωτιά κάτι μέσα μου απέναντι σ’όλη αυτήν την βλακεία που παρατείνει την δυστυχία!
To video γιατην νέα χρονιά για το επίφοβο 2012 από το Rap News
Έχει έμπνευση, χιούμορ και πνοή. Έχει σκέψη και αυτοσαρκασμό. Έχει από αυτά που μας λείπουν. Αναφέρει και την Ελλάδα βεβαίως…

Έχουμε να μάθουμε πολλά τον χρόνο που έρχεται. Δεν περιμένω πραγματικά καλύτερες μέρες πριν τα τέλη του 2013 να πω την αλήθεια αλλά η δουλειά γίνεται τώρα. Αποφεύγω να μιλήσω αποσπασματικά για επικαιρότητα αλλά ο θυμός και η λύπη δεν μου φτάνουν, δεν πιστεύω σε αυτά. Έμπνευση δεν θα έρθει από όσους κατηγορούν.
Όσα λέγονται για το 2012 πατάνε σε μιαν επιθυμία της ανεπτυγμένης ΕυρωΑμερικής να ελευθερωθεί από αυτήν την αυτοκαταστροφή, από τον ίδιο της τον εαυτό. Το κάλεσμα του θανάτου είναι ταυτόχρονα κάλεσμα για την αλλαγή.

Υπάρχει μια χαρά που είναι έξω από κάθε συγκυρία. Αυτήν την χαρά την θυμίζει π.χ. ο ήλιος κάθε πρωί ή τα παιδιά με τα παιχνίδια και τις φωνές τους. Η χαρά που έχετε όταν βοηθάτε κάποιον άγνωστο, έστω με ένα χαμόγελο. Αυτά και άλλα που τα κάναμε κλισέ. Αυτά εύχομαι να ξαναβρούμε. Αυτήν την χαρά εύχομαι και για τις άλλες που χαθήκαν δε με αφορά.

Ίσως δεν ξέρετε πως ήδη ξέρετε τον Winsor MacCay και τον Little Nemo. Η επιροή του, σήμερα ακόμη, είναι τεράστια. Στα κόμιξ αποτελεί μια απόλυτη αναφορά που συγκρίνεται ίσως μόνον με τον Hergé τον δημιουργό του Tin tin. Αποτελεί υπόδειγμα καθαρής και τολμηρής γραφής τόσο στις εικόνες όσο και στις ιστορίες του. Τον οδηγεί η διαδικασία του σχεδίου όπως ένα μεγάλο αριθμό λογοτεχνών η “γραφή”. Ενώ αυτό στην λογοτεχνία συχνά δίνει “δύσκολα” έργα, περιθωριακά, στην περίπτωση του MacCay το αποτέλεσμα καταφέρνει να έχει κάτι γλυκό κι ανάλαφρο, ενώ υπάρχει η αγωνία του παιδικού κόσμου, ο ενθουσιασμός και ο τρόμος, το αποτέλεσμα παραμένει προσβάσιμο και σχεδόν λαϊκό, αμερικανικό θα τολμούσα να πω. Μπορείτε να δείτε μερικά παραδείγματα εδώ ή να χαθείτε στο άπειρο υλικό του διαδικτύου εδώ

Το φιλμ “Little Nemo” είναι επίσης πολύ σημαντικό για την ιστορία του κινούμενου σχεδίου. Είναι απόγονος του Émile Cohl (έχουμε ήδη μιλήσει για την “Fantasmagorie”) Και πρόγονος του Walt Disney που, ελπίζω, θα παρουσιάσω αργότερα. Η μίξη του πραγματικού με το άψυχο που κινείται με τρόπο εύλογο, μαγικό είναι απαραίτητη στα κινούμενα σχέδια. Το έχουμε ξαναπεί πως το βασικό θέμα του “κινούμενου σχεδίου” είναι ακριβώς πως δίνει ζωή, πως άψυχα πράγματα, κατασκευασμένα, μιλούν κινούνται και ενίοτε λένε πράγματα σημαντικά. Το κινούμενο σχέδιο το κινεί ένας παιδικός ενθουσιασμός, έχει την ανάμνηση του παιχνιδιού με τις κούκλες και με τα στρατιωτάκια. Είναι ένα σχόλιο στο “πραγματικό”, στην “ζωή” και συγγενεύει βαθιά με το θέατρο. Και τα δύο (και το θέατρο και το κινούμενο σχέδιο) λένε ξεκάθαρα πως είναι “απάτη”, σύμβαση, ψέμα κι έτσι ανοίγουν την πόρτα του ονειρικού/εφιαλτικού, του θαυμαστού και ελευθερώνουν από την “πραγματικότητα” για να μιλήσουν καθαρά. Στο τέλος επιτρέπουν να ξαναβάλουμε τα πράγματα σε σειρά. Να κερδίσουμε λίγο χώρο να δούμε τον εαυτό μας ακόμα κι αν αυτό έχει σα σκοπό να δούμε ότι δεν βλέπουμε καθαρά.

Το Little Nemo είναι δροσερό. Αποτελεί ένα παιχνίδι. Μια νέα “Φαντασμαγορία”. Έχει ακόμα την γέυση του ενθουσιασμού της εποχής της βιομηχανικής επανάστασης ενώ ταυτόχρονα μετέχει του τρόμου που φέρνει ο νέος αιώνας. Η χρονιά είναι το 1911. Έρχεται η μεγάλη ανθρωπιστική διάψευση. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Ο Δεύτερος απλώς τον ολοκληρώνει αλλά αυτός αποτελεί το πραγματικό γεγονός. Οι βλακείες που έλεγαν οι εξελιγμένοι άγριοι του αναπτυγμένου κόσμου θα σκάσουν στα μούτρα τους. Τα σχέδια του MacCay μιλούν γι’ αυτά. Ο παλιάτσος και ο”άγριος” είναι οι φίλοι του μικρού Ήρωα που αν και απολαμβάνει τους καρπούς αυτού του άδικου κόσμου δεν έχει ακριβώς ευθύνη. Αυτοί θα σηκώσουν στο τέλος τον πεσμένο κύριο με το ημίψηλο(!) όταν η “μηχανή”, το αυτοκίνητο, τιναχτεί. Το αυτο-κίνητο. Το μνημείο της αυτάρκειας, του καταναλωτικού μύθου που πατά στην λήθη της φιλοσοφίας, του μέτρου, που επιδιώκει την ύπνωση της ανθρώπινης αγωνίας για να μπορεί να αναπτύσσεται ανεμπόδιστα. Το στόμα που φιλοξενεί το ζεύγος είναι το Τέρας της Ιστορίας που τους πηγαίνει και τους ταξιδεύει. Το χαμόγελο δεν σβήνει, τα λουλούδια δεν μαραίνονται αλλά… η καρέκλα τους είναι μέσα στο στόμα του Τερατώδους. Ο μικρός Νέμο είναι αξιολάτρευτος. Στα κόμικ κι εδώ, κυριευμένος από την περιέργεια και την διάθεση για παιχνίδι ζει κάτω από την σκιά μιας ανησυχίας βαθιάς, αληθινής, ανθρώπινης. Αυτή η ανησυχία είναι από την μία Ιστορική κι από την άλλη Υπαρξιακή. Ο MacCay έχει φτιάξει έναν ήρωα σπαραχτικό και διασκεδαστικό συνάμα. Ένα αριστούργημα. Κάτι βαθιά αληθινό και ευφάνταστο. Ναι. Νέμο!

Winsor McCay στην wikipedia
Little Nemo στην wikipedia

Άλλες σχετικές με τις απαρχές του “κινουμένου σχεδίου” αναρτήσεις:
Το πρώτο κινούμενο σχέδιο στην ιστορία από τον Émile Cohl που έχουμε ήδη δει.
Τα “θαύματα” του Bruce Bickford
και το ψηφιακό MetaData του Peter Foldes

O Ken Tanaka είναι μια διαδικτυακή περσόνα που δημιούργησε κάποιος ονόματι David Ury. Υποτίθεται πως ο “KEN” ενώ είχε αμερικάνους γονείς μεγάλωσε και έζησε υιοθετημένος από Ιάπωνες. Έχει κορμί Ευρωπαίου/Αμερικάνου και ψυχή Ιάπωνα. Κάποια στιγμή άρχισε να απευθύνεται στο κομμάτι που του έλειπε (!) μέσω Youtube… Ο πραγματικός David Ury είναι Ηθοποιός/stand-up comedian και ειδικός στην Μεταγλώττιση Ιαπωνικών Ταινιών, είναι γνώστης, δηλαδή, της γλώσσας και όλης της (Ποπ) Ιαπωνικής κουλτούρας. Το αποτέλεσμα το βλέπετε, έχει χιούμορ και περιεχόμενο, ευαισθησία και δύναμη, αφέλεια και σοφία, αφοπλιστική απλότητα και (καταλάθος;) βάθος…

Ίσως βέβαια, και ευτυχώς, να μη φαίνεται πόσο μακριά μπορεί να πάει αυτό το δροσερό βίντεο.

Διότι πάει καιρός, κανείς δεν θυμάται πότε και πως ξυπνήσαμε μέσα σε μια μηχανή. Δεν είχαμε καταλάβει με σαφήνεια τι σήμαινε ούτε καν πως θέλαμε να είμαστε μηχανήματα. Εμείς και όλα γύρω μας. Το Σύμπαν. Το σώμα και οτιδήποτε ζωντανό, η οικονομία, το μυαλό και αυτοί που αγαπάμε. Μηχανήματα.
Read the rest of this entry »


[ Το βίντεο ίσως δεν μπορείτε να το δείτε εδώ αλλά το κρατάω σαν εικονογράφηση. Μπορείτε να πατήσετε για να το δείτε ΕΔΩ. Σκηνοθεσία Patrick Daughters. Το διάλεξα για πολλούς και αρκετά αντιφατικούς λόγους.  Η μεταφορά είναι ιλιγγιώδης, μου διαφεύγει.]

το σκοτάδι είναι φοβερό
όχι επειδή δεν βλέπεις
αλλ’ επειδή δεν φαίνεται

Αυτοί οι καιροί είναι μυστήριοι, αυτοί οι καιροί είναι για μας. Ώρες ώρες μας κυκλώνει μια ανυπομονησία να έρθει, επιτέλους, η καταστροφή. Μετά το πρώτο μούδιασμα κινούμαστε ξανά. Αυτό αποτυπώνεται και στον χώρο της τέχνης. Είτε με ακόμα πιο επιφανειακές, θεαματικές, εκθέσεις εκδηλώσεις και θεάματα ή με προσπάθειες άλλες που επιχειρούν να βρουν ποιά είναι αυτά που μας μένουν πλέον. Δεν γνωρίζω πόσο ακόμα θα αντέξουμε όσοι παλεύουμε αυτό τον αγώνα αλλά θα συνεχίσουμε όσο μπορούμε.
Όχι από Ηρωισμό αλλά από Ανάγκη.

Η εποχή αντιμετωπίζει τον Πολιτισμό είτε σαν εργαλείο για να εμπορεύεται, είτε σαν πολυτέλεια, περιττή. Κι αυτό τώρα, που τον έχει ανάγκη
περισσότερο. Η Τέχνη, ειδικά, έχει ρόλο βαρύ. Καλείται να καλύψει τεράστιες εκτάσεις της ανθρώπινης κατάστασης που εκκρεμούν. Εκτάσεις τόσες και τέτοιες που δεν απαριθμούνται. Τη μνήμη του Ιερού και τη μνήμη του θανάτου, που γίνεται πλέον μόνο με μορφασμούς. Τη σεξουαλικότητα και την γενικευμένη κατανάλωση του σώματος. Τον παραλογισμό της αδικίας και την ελευθερία της συντροφικότητας. Τα κενά των κοινών τόπων και την μετάνοια των βεβαιοτήτων που μας καθησύχαζαν. Την δίψα ενός Έρωτα παντοτινού και την δύναμη της Πίστης.
Αυτά και άλλα πράγματα είναι η καθημερινή μας ζωή και πάλλονται διαρκώς μέσα της, ξεχασμένα.

Οι πρακτικές που δικαιώνονται επειδή είναι εναντίον του «κατεστημένου» δεν αρκούν. Οι εναλλακτικές του περιθωρίου όπου το σκοτάδι απαντά δια μαγείας στην ψεύτικη χαρά έχουν ολοκληρώσει. Είναι σημαντικό να πραγματοποιείς ή έστω να προτείνεις κάτι, η επιτηδευμένη μαυρίλα και οι κατασκευασμένες σιωπές, ο αντικομφορμισμός και η «ανδρεία» δεν κρύβουν πλέον την κενότητα. To ύφος [Lifestyle] μπορεί ενίοτε να μιλά για την απελπισία, τον σπαραγμό, την επαναστατικότητα κ.α. Δεν ευνοείς απαραιτήτως κάποιαν αλήθεια με το να καταγγέλλεις διαρκώς το ψέμα. Συνήθως με αυτό τον τρόπο το συντηρείς και σε συντηρεί. Το ότι πονάς δεν σε κάνει πιο γνήσιο. Δυστυχώς. Πολλοί με αυτά τα επιχειρήματα έκαναν καριέρα. Αν το βλέμμα μας δεν προσηλωθεί σ’ αυτά που επιθυμούμε είμαστε, πιθανότατα, μέρος του προβλήματος.

Έτσι λοιπόν ήρθε η στιγμή να εκτεθούμε, να πούμε λέξεις βαριές που οπωσδήποτε θα μας κρίνουν. Σαν ερωτευμένοι. Θα έλεγε κανείς πως είναι καλό που μπορούμε επιτέλους να μιλήσουμε για πράγματα που έμοιαζαν κουρασμένα και ξεπλυμμένα, μπορούμε επιτέλους να μιλήσουμε ακόμα και για την Αγάπη. Ως Αίνιγμα. Η Αγάπη δεν είναι συναίσθημα, δε σταματά εκεί που σταματούν τα τραγούδια που ακούμε στα ταξί κι αναπάντεχα μας αφορούν. Συνεχίζει κι όσο προχωρά γίνεται πιο ελαφριά, σαν μια γνώση, σιωπηλή, ήρεμη, ανοικτή, απλωμένη σ’ όλα τα πράγματα, σαν ξένη.
Δεν γνωρίζω πόσο ακόμα θα αντέξουμε όσοι παλεύουμε αυτό τον αγώνα αλλά θα συνεχίσουμε όσο μπορούμε.
Όχι από Ηρωισμό αλλά από Ανάγκη.

Το κόκκαλο αυτό μοιάζει πολύ και με το κινεζικό ιδεόγραμμα(人 rén) του ανθρώπου. Αυτό το κόκκαλο στα αγγλικά λέγεται wishbone και στην Ελλάδα, επίσης, παίζουμε μ’αυτό το κόκκαλο (από κοτόπουλο) ένα παιχνίδι με ευχές που κάνουν δύο άνθρωποι και μετά το σπάνε τραβώντας το ο καθένας προς το μέρος του. Το σπάσιμο αυτό ελευθερώνει την πραγματοποίηση μιας ευχής, και νικά (πραγματοποιείται η δική του επιθυμία) αυτός που θα έχει το μεγαλύτερο κομμάτι. Να σπάσουμε τον άνθρωπο σε κομμάτια όπως τα παιδιά σπάζουν τα παιχνίδια τους να δουν τι έχουν μέσα, και συνήθως δε βρίσκουν τίποτα…

Μα τι κινεί αυτό που κινεί αυτό που κινεί αυτό που κινεί αυτό που κινεί αυτό που κινεί……..

Έχουμε ξαναδεί δουλειά του (και θα ξαναδούμε, λέω…)

Το site του Arthur Ganson εδώ http://www.arthurganson.com/

Δε με πειράζει το λογότυπο της ADIDAS, τίποτα δε μπορεί να σβήσει την καταγωγή αυτών των φωνών! Δείτε το βίντεο με την αφέλεια που ταιριάζει στους Ποιητές. Με την αγνότητα, την ορμή, την πρόωρα σοφή ανοησία, της πρώτης αγάπης… εις ανάμνηση τέτοιων στιγμών η πράξη ονομάστηκε “Ποίηση”.

Χτυπήστε τις παλάμες στους μηρούς!
Φουσκώστε το στήθος!
Λυγίστε τα γόνατα!
Οι γοφοί ν’ακολουθούν!
Χτυπήστε τα πόδια στη γη, όσο πιο δυνατά μπορείτε!

Πεθαίνω! Πεθαίνω!
Ζω! Ζω!
Πεθαίνω! Πεθαίνω!
Ζω! Ζω!

Να ο άνθρωπος ο τριχωτός(γενναίος)
που πήγε και βρήκε τον Ήλιο
και έκανε πάλι να λάμψει η μέρα!
Ένα σκαλί πιο ψηλά, ακόμα ένα σκαλί, πιο ψηλά…

Ο Ήλιος λάμπει!

Σηκωθείτε!

κι εγώ ρωτάω:
Τι εννοούμε όταν λέμε Ήλιος;

Read the rest of this entry »

Leonard Cohen, Book of Mercy 1984.

In the Eyes of Men
In the eyes of men he falls, and in his own eyes too. He falls from his high place, he trips on his achievement. He falls to you, he falls to know you. It is sad, they say. See his disgrace, say the ones at his heel. But he falls radiantly toward the light to which he falls. They cannot see who lifts him as he falls, or how his falling changes, and he himself bewildered till his heart cries out to bless the one who holds him in his falling. And in his fall he hears his heart cry out, his heart explains why he is falling, why he had to fall, and he gives over to the fall. Blessed are you, clasp of the falling. He falls into the sky, he falls into the light, none can hurt him as he falls. Blessed are you, shield of the falling.

Wrapped in his fall, concealed within his fall, he finds the place, he is gathered in. While his hair streams back and his clothes tear in the wind, he is held up, comforted, he enters the place of his fall. Blessed are you, embrace of the falling, foundation of the light, master of the human accident.

Στα μάτια των ανθρώπων.
Στα μάτια των ανθρώπων πέφτει. Kαι στα δικά του επίσης. Πέφτει από την υψηλή θέση του. Πηγαίνει στο κατόρθωμα του. Κατευθείαν. Πέφτει σε σένα, πέφτει να σε γνωρίσει. Είναι κρίμα, λένε. Δείτε την ντροπή του φωνάζουν, όσοι τον ακολουθούν λίγο πιο πίσω. Αλλά αυτός πέφτει εκτυφλωτικά στο φως στο οποίο πέφτει. Δε βλέπουν ποιος τον σηκώνει ενώ πέφτει, ούτε πως η πτώση του με τον καιρό αλλάζει και μαζί της κι ο ίδιος παραδαρμένος μέχρις ότου η καρδιά του βάλει τις φωνές και ευλογήσει εκείνον που τον κρατά μέσα στην πτώση του. Και στην πτώση του μέσα ακούει, την καρδιά του να ουρλιάζει και η καρδιά του εξηγεί γιατί πέφτει, γιατί έπρεπε να πέσει, κι έτσι αφήνεται. Πέφτει. Ευλογημένο είσαι, σφιχταγκάλιασμα της πτώσης. Πέφτει μέσα στον ουρανό, πέφτει μέσα στο φως, τίποτε δε μπορεί να τον πληγώσει ενώ πέφτει. Ευλογημένη είσαι, ασπίδα της πτώσης.

Τυλιγμένος στην πτώση του, κρυμμένος μέσα σ’ αυτήν, βρίσκει χώρο και μαζεύει εκεί τον εαυτό του. Ενώ τα μαλλιά του φεύγουν πίσω ορμητικά και τα ρούχα του σκίζονται με λυγμούς στον αέρα κάτι τον κρατά όρθιο, τον παρηγορεί και έτσι μπαίνει στην πτώση του.
Ευλογημένο αγκάλιασμα της πτώσης.
Θεμέλιο του φωτός.
Αφέντη του ανθρώπινου ατυχήματος.

(μετάφραση Α. Μιστριώτης)

Το καταπληκτικό αυτό Βίντεο τόσο πολύ μου μίλησε και για τόσους διαφορετικούς λόγους που προσπάθησα να μη σχολιάσω πολύ. Μη φορτωθεί και χάσει κάτι από την έκπληξη του. Είναι προιόν ενός άλλου πολιτισμού, όμως, κι έτσι έχει ανάγκη και λίγης υπεράσπισης. Οι Sticky Monster Lab από την Κορέα. Μια συνέντευξη τους εδώ (καταπληκτική κι αυτή…) 🙂

Καλούν τους εαυτούς τους και τους χαρακτήρες τους ΤΕΡΑΤΑ! Αυτά τα τέρατα είναι όλο πραότητα και καλοσύνη σχεδόν προπτωτική:).
Όλοι οι χαρακτήρες έχουν κάτι θετικό, μια δικαιολογία, τίποτα δεν καταδικάζεται οντολογικά, όπως ακριβώς στις εικόνες των Χριστιανών της Ανατολής (έχω γράψει σχετικά εδώ). Θυμάμαι την φράση του Μπόρχες(;) “Όλοι οι ποιητές είναι καλοί όταν τους καταλάβεις”.
Το “Είμαστε όλοι ΤΕΡΑΤΑ” έχει κάτι από το επίσης ακραίο “ο Άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ Εικόνα και καθ’ Ομοίωση του Θεού”. Το ένα το οδηγεί η θεμελιώδης έννοια της Συμπόνοιας “Compassion” και το άλλο εκείνη της Αγάπης. Η Θλίψη της Ιαπωνικής ευαισθησίας, αυτή η νοσταλγία, είναι ανάλογη του τρόπου με τον οποίο βλέπουν αυτόν τον κόσμο. Οι Sticky Monster Lab είναι Κορεάτες κι έχουν την γλυκιά μελαγχολία που συναντά κανείς σ’ όλες τις βουδιστικές κουλτούρες. Όλοι π.χ. ξέρουν την Ukiyo-e, αν δε σας λέει κάτι, μήπως το όνομα Hokusai; Δείτε τον ορισμό στις πρώτες παραγράφους αυτού του συνδέσμου κι αν έχετε χρόνο ξαναδείτε αυτές τις θαυμαστές εικόνες.

Αν αυτός ο κόσμος είναι μια ψευδαίσθηση όλα αυτά που αγαπώ, δεν υπάρχουν ήδη. Κι εγώ; Δεν έχω καμμία σημασία; Ο εαυτός είναι μια ψευδαίσθηση… Μου αρέσουν όμως όλα αυτά, δηλαδή δε μπορώ ακόμα να τα εγκαταλείψω κι ας έχετε δίκιο. Μου αρέσει και η ζωή αυτή που, σαν ψέμα που είναι, έχει ήδη πεθάνει, ενώ την ζω. Την νοσταλγώ, ήδη.

(αν έχετε δει το βίντεο, υπάρχει ένα ακόμα σχόλιο πιο κάτω..)
Read the rest of this entry »

Υπάρχει κάτι που ονομάζουμε αλήθεια, όσο πιο κοντά του πας τόσο πιο απλό είναι. Εκεί το γέλιο και το κλάμμα συνυπάρχουν ειρηνικά.

το site της ταινίας Young@Heart εδώ

Δείτε τους νέους μας φίλους ενώ εγώ θα πάω να πλύνω πιάτα πετώντας!

( αυτές οι γραμμές γράφτηκαν μ’αφορμή αυτό το βίντεο που μόλις “δημοσιεύτηκε”)

Δεν είμαστε το σώμα μας. Δεν είμαστε ούτε οι σκέψεις μας, ούτε τα αισθήματα μας. Προχωρούμε μέσα στο σκοτάδι του χρόνου σε μια πραγματικότητα που επιπλέει στο άγνωστο και πλησιάζουμε τα πράγματα, θαυμαστά και όμορφα μόνον και μόνον επειδή υπάρχουν. Αυτή η βάρκα δεν έχει επιβάτη διότι την επιβαίνει το βλέμμα μας που μας κοιτά. Το βλέμμα μας φεύγει κάνει τον γύρω του κόσμου ξανά και ξανά να βρει διεξόδους και θαύματα, κάτι ψάχνει. Δε σταματά. Αυτή η βάρκα είμαστε εμείς και όλα όσα μας δίνουν μορφή, όλα αυτά που δεν είμαστε. Διότι δεν είμαστε καμμία απο τις εκδηλώσεις μας. Οι σκέψεις και τα πράγματα, οι αριθμοί και τα σχήματα είναι υλικά του κόσμου. Η διαφορά των λέξεων από τις πέτρες δεν είναι ουσιαστική, είναι κάτι σαν αντικείμενα με διαφορετικές πυκνότητες. Το νερό είναι φευγαλέο κι ο αέρας ούτε καν ορατός αλλά είναι υλικά στοιχεία. Δεν ισχύει πάντα ο διαχωρισμός μεταξύ πνευματικού και υλικού, ψυχικού και σωματικού, άυλου και υλικού. Το υλικό του κόσμου είναι ουσιωδώς ένα και γι’ αυτό μπορούν τα πράγματα να αγγίζουν και να αποτυπώνουν το ένα το άλλο.

Το θαύμα του κόσμου είναι εκτυφλωτικό και διακριτικό, δε φωνάζει, δε φωνάζει διαρκώς, συχνά απλώς κάθεται εκεί κι αυτή του η ηρεμία απέναντι στον παραλογισμό του “είναι” μοιάζει με το αρχαϊκό μειδίαμα. Μοιάζει τρομακτική και καθησυχαστική.

Σ’ αυτή την περιπλάνηση δεν βλέπουμε την ουσία(;) των πραγμάτων, βλέπουμε όμως τις σχέσεις των πραγμάτων μεταξύ τους, τις γεωμετρίες και τα χάσματα, τις εκτάσεις που ανοίγουν σκοτεινές και γι’ αυτό γεμάτες υποσχέσεις. Κομμάτια από την επιφάνεια του κόσμου και κομμάτια από τα πλέγματα των γεγονότων και των εννοιών μας βοηθούν να πλοηγούμε, να προσανατολιστούμε και να παίξουμε την ζωή μας. Άλλα πλάσματα κάνουν κι αυτά την διαδρομή τους, άνθρωποι, ζώα και πουλιά υπακούοντας κι αυτά στις δικές τους γεωμετρίες, σε σχέσεις, σε ρυθμούς, μόνον έτσι υπάρχει ενέργεια στα πράγματα.

Κάνοντας τον γύρο του μικρού μας κόσμου τα πράγματα γυμνώνονται και μοιάζει ο χώρος κι ο χρόνος να είναι η μεγαλύτερη σκλαβιά. Στον Πάτο της “Μαύρης Λίμνης” βρίσκεται η “Μαύρη Λίμνη”. Και οι εποχές έρχονται ξανά και ξανά και τα κοπάδια κι ο βάτραχος που μας κοιτάει κρυμμένος, μένει εκεί ερμητικός στην υπόσχεση του. Η επιθυμία υπέρβασης του χώρου και του χρόνου χτυπά πάνω στην ίδια την “ύπαρξη”, που είναι λέει κάτω από μιαν αρχή(υπ-αρχή), από κάτω. Αυτή η περιοχή του χώρου και του χρόνου στην οποία είσαι κλεισμένος σε πλακώνει όταν ανέβεις στην κορυφή ενός βουνού, σε πλακώνει στην καρδιά της ερήμου και στον μυχό της νύχτας, σε πλησιάζει όταν βρίσκεσαι στην αγκαλιά αυτού που αγαπάς, σε αφορά όταν κερδίζεις στο χρηματιστήριο κι όταν παίρνεις τον μισθό σου, σε κυκλώνει όταν ταξιδεύεις στην Αργεντινή και την Ταΐλάνδη και τρως εξωτικά φρούτα. Καμμία πολιτική απ’ αυτές που ξέρουμε δε μπορεί να απαντήσει σ’ αυτην την σκλαβιά και δεν υπάρχει κανένα σύστημα να του τα ρίξουμε ή έστω να το αντιπαλέψουμε και να αξιοποιήσουμε την οργή μας, την μανία, την θλίψη. Βαθύτατες.

Ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια, όμως, είναι η επιθυμία, η αίσθηση και η έννοια… του “σπιτιού”. Κανένας ορισμός του σπιτιού δεν επαρκεί. Το σπίτι είναι η μέσα μεριά του ορίου, το κέντρο του κύκλου που ανοίγει στο άπειρο, η ανάστροφη αλλά ταυτόσημη απόδοση του “ταξιδιού”, της αναζήτησης της γνώσης, της απόδρασης. Ένα σπίτι μπορεί να διαλυθεί, να πουληθεί να αλλάξει και να ξαναστηθεί αλλού, αλλά.. τίποτα δε μπορεί να ξεριζώσει την ανάγκη του. Το μόνο που γίνεται είναι να ανοίξει, να γίνει τεράστιο, να απλωθεί παντού αυτή η αίσθηση, έστω για μια στιγμή, να μπορέσεις να αποκοιμηθείς σε μέρη άγνωστα. Το σπίτι δεν είναι το σπίτι. Το σπίτι είναι η σύνδεση μας με τα πράγματα, με την καταγωγή μας, με το γεγονός πως γεννηθήκαμε, κάποια στιγμή(!). Αυτή η καταγωγή είναι η πρώτη ύλη από την οποία είμαστε φτιαγμένοι, και έννοιες όπως Πατρίδα, Έθνος, Πατέρας, Μάνα από κει πηγάζουν και γι’ αυτό είναι απαραίτητες. Διότι είναι υπαρξιακά θεμελιωμένες. Αν δεν ήταν θα ήμασταν έτοιμοι για το μηδέν και το μη-είναι, πράγμα που είναι επίσης παράλογο για τον ασυνείδητο εαυτό. Η Κοινωνία, η Ιστορία, η Οικονομία δεν είναι έξω από τα πρώτα ερωτήματα, δε στερείται την σωματικότητα της φιλοσοφίας αλλά την εμφανίζει. Δεν αποσβέννει την αναγκαιότητα της Θεολογίας αλλά την εξωθεί. Δεν προσπερνά και υπερκαλύπτει τα οντολογικά, απλά, ερωτήματα αλλά τα επιβάλλει. Ένα παιδί φωνάζει μέσα σ’ όλα αυτά τους γονείς του πριν καν ρωτήσει τον εαυτό του: “Γιατί;”

Θα τελειώσω αυτές τις γραμμές με τρόπο αυθαίρετο, με αναφορά στην επιθυμία για Φως, για Ζέστη, απεριόριστο Ουρανό και άπλετο Ήλιο. &)

Για τον David OReilly έγραψα στην προηγούμενη ανάρτηση.

Για τον Jon Klassen αλλά και το Black Lake δείτε εδώ!